Ναρκοληψία


Η ναρκοληψία είναι μια ασυνήθιστη νευρολογική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από υπερβολική ανεξέλεγκτη υπνηλία, ακόμη και μετά από επαρκή ύπνο. Ο όρος προέρχεται από την ελληνική λέξη νάρκη, που σημαίνει λήθαργος. Η πάθηση παρερμηνεύεται συχνά ως κατάθλιψη, έλλειψη ύπνου ή άλλων καταστάσεων.

Η ναρκοληψία, μπορεί να πιστεύουμε ότι είναι μια σπάνια πάθηση, αλλά στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 4.000 άτομα. Συνήθως οι ασθενείς αγνοούν την πάθηση ή διαπιστώνουν ότι πάσχουν απο αυτή με πολυετή καθυστέρηση 7 έως 15 ετών.

Η 22 Σεπτεμβρίου κάθε έτους έχει καθιερωθεί σαν Παγκόσμια Ημέρα Ναρκοληψίας και στόχο έχει την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού πάνω στην πάθηση αυτή.

Η ναρκοληψία πιθανά να εμφανιστεί σε ανθρώπους όλων των ηλικιών, αλλά το κύριο σύμπτωμα αυτής (η ημερήσια υπνηλία) ξεκινά συνήθως στην εφηβεία ή μεταξύ των 20 και 40 ετών. Στις περισσότερες περιπτώσεις η ναρκοληψία είναι αδιάγνωστη και φυσικά ο ασθενής δεν έχει λάβει ποτέ κάποια ανάλογη θεραπεία.

Το άτομο που πάσχει από ναρκοληψία έχει επαναλαμβανόμενες προσβολές ύπνου σε διάφορες χρονικές στιγμές της ημέρας, που όταν έρχονται του είναι αδύνατο να αντισταθεί. Ως αποτέλεσμα μπορεί να αποκοιμηθεί οπουδήποτε, ακόμη και σε ακατάλληλες ή επικίνδυνες συνθήκες όπως κατά τη διάρκεια της εργασίας ή την χρήση μηχανημάτων, κατά την οδήγηση, το σχολείο κλπ.

Μάλιστα τα άτομα που πάσχουν από ναρκοληψία εισέρχονται άμεσα σε κατάσταση ύπνου REM (ύπνος με ταχεία κίνηση των ματιών).

Επίσης, ο ναρκοληπτικός μπορεί να εκδηλώσει επεισόδια καταπληξίας, δηλαδή αιφνίδιας απώλειας του μυϊκού τόνου συχνά ως αποτέλεσμα έντονων συναισθημάτων, όπως γέλιο, έκπληξη ή θυμό.

Αν και η ναρκοληψία παραμένει μια μυστηριώδης ασθένεια, η επιστημονική κοινότητα συμφωνεί πως αιτία είναι η διαταραχή του ανοσοποιητικού, που «πείθει» το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπου να επιτεθεί στα υγιή του κύτταρα.

Οι επιστήμονες εξακολουθούν να μην γνωρίζουν την αιτία της πάθησης. Περιμένουν ένα συνδυασμό γενετικών, αυτοαντιδραστικών κυττάρων και μιας μορφής ενεργοποίησης για την πρόκληση της νόσου, π.χ. μια μόλυνση από ιό.



O ρόλος της υποκρετίνης


Πολλοί πάσχοντες από ναρκοληψία εμφανίζουν χαμηλά επίπεδα του νευροδιαβιβαστή υποκρετίνη (ονομάζεται και ορεξίνη), που ρυθμίζει την αφύπνιση. Η υποκρετίνη ασκεί ρυθμιστικό ρόλο στον ύπνο εξασφαλίζοντας συνεχή, αδιάκοπο ύπνο, με τα στάδια του ύπνου να εμφανίζονται αρμονικά. Η έλλειψη της υποκρετίνης ή δυσλειτουργία της, καταστρέφει την αλληλουχία των σταδίων του ύπνου.

Έχει διαπιστωθεί ότι μετά το φαγητό, όταν δηλαδή υπάρχει αρκετή γλυκόζη στο αίμα, εμποδίζεται η παραγωγή υποκρετίνης και γι' αυτό και νιώθουμε υπνηλία. Η υποκρετίνη έχει και άλλες ενέργειες και πράγματι φαίνεται να εμπλέκεται στον έλεγχο της όρεξης και στο αίσθημα επιβράβευσης.

Στους περισσότερους ασθενείς με ναρκοληψία, οι νευρώνες που παράγουν υποκρετίνη έχουν καταστραφεί.

Υπάρχουν δύο τύποι ναρκοληψίας. Οι άνθρωποι που πάσχουν από τον τύπο 1, που είναι η πιο κοινή μορφή, στερούνται την υποκρετίνη και υποφέρουν από καταπληξία (σύντομη απώλεια μυϊκού ελέγχου). Αυτό είναι το δεύτερο πιο συνηθισμένο σύμπτωμα της ναρκοληψίας μετά την υπνηλία. Η απώλεια μυϊκού τόνου μπορεί να προκαλέσει από ακαταλαβίστικη ομιλία έως και ολική σωματική κατάρρευση που μπορεί να διαρκέσει λίγα δευτερόλεπτα ή και λίγα λεπτά. Η καταπληξία προκαλείται συνήθως από έντονα συναισθήματα, όπως γέλιο, θυμό, ντροπή, ενθουσιασμό, έκπληξη ή χαρά.

Τα άτομα με τύπο 2 δεν στερούνται υποκρετίνης και δεν υποφέρουν από καταπληξία. Παρόλα αυτά, εμφανίζουν τα ίδια συμπτώματα με τους ασθενείς τύπου 1.